Σάββατο 26 Ιουλίου 2014

 
 
 
Αλληλεγγύη στα παιδιά της Γάζας, στα παιδιά της Παλαιστίνης
 
Πολλοί άνθρωποι ισχυρίζονται ότι η ιστορία διδάσκει. Αυτές τις μέρες όμως στη Λωρίδα της Γάζας και στη Δυτική όχθη είναι ξεκάθαρο πως κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Δεν μπορεί ένας λαός που έχει υποστεί διώξεις και έχει αφανιστεί στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, να φέρεται με  αυτό τον απάνθρωπο τρόπο σε ένα άλλο λαό, που εδώ και αιώνες ζει  σε αυτά τα μέρη.
Οι εικόνες των παιδιών της Γάζας που τρέχουν και πέφτουν νεκρά ή τραυματισμένα από τα ισραηλινά πυρά κάνουν το γύρο του κόσμου και μας πληγώνουν και μας πονούν. Και την ίδια στιγμή κάποιες άλλες εικόνες δείχνουν  “ανθρώπους”  να έχουν εξοικειωθεί  τόσο με την βία, που να την απολαμβάνουν σαν θέαμα, τρώγοντας και χαζεύοντας, θεωρώντας τους εαυτούς τους νικητές και τροπαιούχους! Αυτό πληγώνει διπλά!
Τα παιδιά της Παλαιστίνης, παιδιά σαν και μας θα έπρεπε να σπουδάζουν, να χορεύουν, να ερωτεύονται κι όμως πέφτουν χτυπημένα και ξεψυχούν πριν φτάσουν σε ότι έχει απομείνει από τα νοσοκομεία τους. Και μετά λέμε ότι τα ζώα είναι άγρια! Δεν υπάρχει αγριότερο ζώο από τον άνθρωπο!
Αυτή την δύσκολη στιγμή η σκέψη μας και η αγωνία μας,  είναι στραμμένη σε σας. Αντέξτε άλλη μια μέρα, άλλη μια νύχτα, γιατί ο πόθος για ελευθερία είναι υπέρτατη αξία και να ξέρετε ότι σας έχουμε στην καρδιά μας!
Αλληλέγγυοι μαθητές
 από το 2ο Γυμνάσιο Ηλιούπολης
22 Ιουλίου 2014
 


Δευτέρα 21 Ιουλίου 2014


 
“παιδικά παπούτσια στα ματωμένα χιλιόμετρα της προσφυγιάς”
Τα φθαρμένα παπούτσια προσφύγων.
 Mια διαφορετική μαρτυρία για την οδυνηρή πορεία τους.
Βιωματική δράση Α΄ Γυμνασίου:  Σχολική και Κοινωνική Ζωή
B΄ θεματική ενότητα: “Ζούμε μαζί”
υπεύθυνη καθηγήτρια: Ευγενία Σιούτη
 
“Στην μονοτονία του ομοιόμορφου ας αντιπαραθέσουμε την ομορφιά του διαφορετικού”
 

 


Είκοσι μέρες περπατούσε η Musa Shep, δύο μόλις χρονών, μαζί με την οικογένειά της, μακριά απ’ τον πόλεμο, προς την ελευθερία. Ποιος μπορεί να μας πει  πόσα ματωμένα χιλιόμετρα αντιστοιχούν στο μικρό βηματισμό της!  Αμίρα, Λάϊλα, Ομάρ, Ζεϊνέπ, Άχμαντ, Γιασμίν, Αμπντάλα, Φαρούκ, Τζιμπρίλ, Χανίγια…. Τόσα παιδιά, τόσα λιωμένα    παπούτσια, τόσα πονεμένα χιλιόμετρα! 
Τα φθαρμένα παπούτσια των παιδιών  αποτελούν μια σιωπηλή μαρτυρία για τον σκληρό κόσμο που ζούμε. Για τα βάσανα των ανθρώπων, των φτωχών, των αδυνάτων, των παιδιών με τα θλιμμένα μάτια, για την εκμετάλλευση, τη φτώχεια, την πείνα, τους πολέμους, το θάνατο.
 
….Κι άφησα πίσω τα παιχνίδια μου
Το παρελθόν και το μέλλον μου
Τα ’κρυψα κάτω απ’ το πλατύσκαλο της ξώθυρας
Ελπίζοντας στο γυρισμό,
Αγνοώντας…
Πήρα τους σπόρους μου γυρεύοντας αλλού
Βάλσαμο ν’ απιθώσω τα όνειρά μου…
Ευαγγελία – Αγγελική Πεχλιβανίδου

ακολουθεί το dvd που ετοίμασε η ομάδα μας
 
 

 

Πέμπτη 17 Ιουλίου 2014

Enfants tués à Gaza

Αυτό δεν αντέχεται!
Εν ψυχρώ δολοφονία 4 παιδιών στην παραλία της Γάζας


Τέσσερα μικρά παιδιά που έπαιζαν αμέριμνα στην παραλία της Γάζας, βρήκαν τραγικό θάνατο από ισραηλινή ρουκέτα. Ήταν τρομοκράτες; Ήταν επικίνδυνα για την ασφάλεια του Ισραήλ; Τέσσερα μικρά παιδάκια, ο Άχεντ Άτεφ Μπάκερ, 10 ετών, ο Ζακαρία Άχεντ Μπάκερ, 10 ετών, ο Μοχάμεντ Ράμεζ Μπάκερ, 9 ετών και ο Ισμαήλ Μοχάμεντ Μπάκερ, 11 ετών. Όλοι τους ξαδέλφια.


μικρή μου Γάζα
η οργή σου, οργή μου
κι ο πόνος σου, πόνος μου
τα δάκρυα της Παλαιστίνης
στα μάτια των ανήσυχων του κόσμου

όλοι στη συγκέντρωση διαμαρτυρίας που οργανώνεται σήμερα Πέμπτη 17/7 στις 6:30μ.μ. στην ισραηλινή πρεσβεία (Κηφισίας και Κατεχάκη)












το κατάμαυρο πρόσωπο του φασισμού







            



Σάββατο 12 Ιουλίου 2014

 
 
Κάπου εκεί είναι ’να δέντρο
αφιερωμένο στις γυναίκες της Παλαιστίνης
 
 
 
 

Ήταν τεράστιο, εύρωστο και καταπράσινο κι έστεκε κατά παράδοξο τρόπο πέντε-έξι μέτρα μπροστά και κυριολεκτικά στη μέση από τα υπόλοιπα δέντρα του οικογενειακού μας ελαιώνα, σαν στρατηγός που ηγούταν του στρατού του! Μεγαλύτερο και  ομορφότερο λιόδεντρο από αυτό δεν υπήρχε σε ολόκληρη τη δυτική όχθη!  Ήταν το δικό μου δέντρο, προίκα και κληρονομιά από την οικογένειά μου, από τον πατέρα μου Basim  Habib, άνθρωπο πολύ αγαπητό στο χωριό μας το Μπιλίν  (Bil’in),  αλλά και στην ευρύτερη περιοχή γύρω από την  Ραμάλα. Αυτό το δέντρο, αυτή η αιωνόβια ελιά ήταν το σημείο αναφοράς σε όλη μου τη ζωή.
Θα σας πω λοιπόν για τον τόπο μου, για τη ζωή μου, για όλα αυτά που με στιγμάτισαν, γι’ αυτά που με έκαναν να χαρώ, αλλά και γι’ αυτά που με πόνεσαν και με πίκραναν και θα καταλάβετε γιατί αγαπώ τόσο αυτό το δέντρο!
 
Ακούω στο όνομα Yasmin  Habib, του Basim και της Basma, το γένος  Hamad, το πρώτο κλάμα μου ακούστηκε στο Μπιλίν της δυτικής όχθης στην Παλαιστίνη, ένα χωριό 12 περίπου χιλιόμετρα δυτικά της Ραμάλα, πριν από πενήντα χρόνια, κάτω από το αγαπημένο μου δέντρο.  Βιαζόμουνα βλέπετε να ’ρθω στον άδικο αυτό κόσμο και έτσι τους αιφνιδίασα όλους και πρώτα - πρώτα  τη μάνα μου. Ήρθα λοιπόν στον κόσμο ακριβώς σε εκείνο το μέρος που ο πατέρας μου πρωτοαντίκρισε  τη μάνα μου.
Ήταν η εποχή που μαζεύανε τις ελιές, είχαν έρθει και βοηθητικοί από τα γύρω χωριά για τη συγκομιδή, ανάμεσά τους και η μάνα μου. Ο πατέρας μου, μοναχογιός και μοναχοπαίδι - ο παππούς μου αρρώστησε και πέθανε πολύ νέος - ήταν ας πούμε το αφεντικό. Με το που την είδε την ερωτεύτηκε παράφορα, δεν την άφησε λεπτό από τα μάτια του και δωσ’ του και τραγούδαγε όλο νόημα, ήτανε λένε και καλλίφωνος…
“το απαλό της χέρι

κανείς δεν τόλμησε ν’ αγγίξει

τα δυο της χείλια

η πορφυρή ομορφιά

μόνο για φιλιά ήταν πλασμένα

μαύρα μάτια είχε αυτή

το φως και η σκιά

μέσα τους πάλευαν

κι έγινε σκοτάδι

κι έγινε νύχτα

κι ύστερα φιλήθηκαν

η σκιά με τη σκιά.

μετά του ’δωσε την καρδιά της  
 
Κι αυτή τον ερωτεύτηκε αμέσως. Λίγες μέρες μετά τη συγκομιδή, πήγε στο σπίτι της, τηρώντας όπως συνηθίζεται στα μέρη μας όλα τα έθιμα, φορτωμένος  πιατέλες με “Kenfa Nebulsia”,*  και τη ζήτησε. Ο γάμος έγινε λίγες μέρες αργότερα, σύμφωνα με τις τοπικές μας παραδόσεις. Καλύτερος γάμος λένε, δεν είχε γίνει ποτέ στο Μπιλίν και πράγμα σπάνιο θα πρόσθετα για εκείνα τα χρόνια, το ζευγάρι να είναι αμοιβαία ερωτευμένο!

*( παραδοσιακό γλυκό του γάμου,  γεμιστό με έναν ορισμένο τύπο τυριού)

Δεν είχαν ούτε ένα μήνα παντρεμένοι, η χένα δεν είχε ακόμη σβηστεί από τα χέρια της μάνας μου, όταν οι Εγγλέζοι αποικιοκράτες συνέλαβαν και αργότερα παρέδωσαν στους   Ισραηλινούς κατακτητές τον πατέρα μου, με την κατηγορία της αντίστασης, γιατί διαμαρτυρήθηκε για υπερβολική φορολογία! Αυτό ήταν! Φυλακίστηκε, καταδικάστηκε και κάποια μέρα τους ειδοποίησαν ότι πέθανε από γρίπη. Μάταια προσπάθησε η μάνα μου να αποδείξει ότι τον σκότωσαν, όντας φυλακισμένο! Ήταν η εποχή του πρώτου αραβο-ισραηλινού πολέμου, οι Ισραηλινοί σαν νικητές μας φέρονταν με απίστευτη σκληρότητα, 750.000 Παλαιστίνιοι αναγκάστηκαν να γίνουν πρόσφυγες. Η μάνα μου δεν ξαναπαντρεύτηκε, έζησε όλη τη ζωή της πενθώντας τον αγαπημένο της άντρα.
 
Εν τω μεταξύ ήρθα εγώ στη ζωή για να της κάνω παρέα και να της τον θυμίζω κάθε μέρα, είμαστε έλεγε σαν δυο σταγόνες νερό! Ακόμα και την περπατησιά του είχα πάρει, περίεργο πράμα κι αυτό, εγώ που δεν τον είχα δει ποτέ στη ζωή μου! Κι εγώ μεγάλωνα και μεγάλωνα και είχα την αγάπη όλων, της μάνας, της γιαγιάς, των θείων, όλων των συγγενών, την έλλειψη του πατέρα δεν την είχα νιώσει ακόμα! Κι όλο έπαιζα γύρω - τριγύρω από το δέντρο και προσπαθούσα να σκαρφαλώσω στα κλαδιά του, να αγγίξω τον καρπό του, τόσο πολύ μου άρεσε!
 
Θυμάμαι κάποια στιγμή ήταν το 1967, ήμουνα ήδη κοτζάμ κοπέλα, που γιορτάζαμε το γάμο της θείας μου της Adira, της πιο όμορφης γυναίκας που είχα δει στη ζωή μου, με μάτια σαν κάρβουνο, λες και τα ’χε βάψει με κολ! Το γαμήλιο τραπέζι είχε στρωθεί κάτω από την αγαπημένη μου ελιά, η μάνα μου κι οι θείες μου είχαν φτιάξει τα καλύτερα φαγητά όλου του κόσμου, τα γλυκά και κυρίως οι χουρμαδόπιτες, πάντα τρελαινόμουν γι’ αυτές, ήταν απλωμένες πάνω στο λευκό τραπεζομάντιλο. Πάνω στο γλέντι λοιπόν σαν να ψυχανεμίστηκα μια ένταση, μια αναμονή! Δεν είχα άδικο! Κάποια στιγμή οι γυναίκες άρχισαν να αλαλάζουν  από χαρά και τότε βλέπω το θείο  Hussein, πρώτο ξάδερφο του συγχωρεμένου του πατέρα μου, να εμφανίζεται ζωσμένος φυσεκλίκια,  ήταν παράνομος, τον καταζητούσαν οι Ισραηλινοί, μαζί με κάποιους άλλους μαχητές, να φιλάει την νύφη, που ήταν αδερφή του και τον γαμπρό και να χορεύει ένα ζωηρό και περήφανο "Dabka". Άμα τέλειωσε ο χορός, μας φιλάει και πάλι όλους, εμένα μάλιστα με σήκωσε αγκαλιάζοντάς με ψηλά, “πόσο μεγάλωσες” μου είπε και όπως ήρθε, έτσι κι έφυγε, κυριολεκτικά κάτω από τη μύτη των Ισραηλινών, οι οποίοι ακόμα και σήμερα, που λέει ο λόγος, το φυσούν και δεν κρυώνει! Ήταν λίγο μετά τον πόλεμο των έξι ημερών που το Ισραήλ είχε καταλάβει τη Δυτική Όχθη και την Ανατολική Ιερουσαλήμ από την Ιορδανία, το Γκολάν από τη Συρία, το Σινά και τη Λωρίδα της Γάζας από την Αίγυπτο και είχε οδηγήσει ακόμη 300.000 Παλαιστίνιους  στην προσφυγιά!
 
Κι έτσι πέρναγαν τα χρόνια! Ζούσαμε υπό Ισραηλινή κατοχή. Τα πράγματα ήταν δύσκολα. Βίωσα κι εγώ και οι συμπατριώτες μου, πολέμους, διώξεις, κακουχίες και εξευτελισμούς! Μια μέρα μπήκαν στην αυλή μας πάνοπλοι, σαν αστακοί και έκαναν το σπίτι άνω κάτω, ψάχνοντας λέει για τρομοκράτες! Στο τέλος θέλανε να ψάξουν και μέσα στο ντεπόζιτο που φυλάγαμε το λάδι της χρονιάς! Τρομοκράτες μέσα σε ντεπόζιτο με λάδι, αν είναι δυνατόν! Ήθελαν να μας εξευτελίσουν και να μας κάνουν να πεινάσουμε! Πέφτει απάνω τους η μάνα μου: “Έλεος, είναι το μόνο πράγμα που έχουμε, μη το πειράζετε! Δείτε από το πώμα για να βεβαιωθείτε ότι είναι μόνο λάδι κι αφήστε μας ήσυχους”! Τίποτα αυτοί, αρπάζουν τη σκούπα που είχαμε να σκουπίζουμε την αυλή και την χώνουν στο ντεπόζιτο, ανακατώνοντας το λάδι και γελώντας. Εκείνη τη στιγμή κατάστρεφαν τη σοδειά και τον κόπο μιας ολόκληρης χρονιάς, χωρίς ντροπή, αντίθετα το απολάμβαναν και γελούσαν με την ψυχή τους, αν είχαν ποτέ ψυχή! Εντάξει λέει ο νταής  γελώντας, το λάδι είναι καθαρό! Αρπάζει τότε η μάνα μου τη σκούπα κι αρχίζει να την τινάζει, τους ψέκασε με λάδι κανονικά όμως, σκέτους λαδοπόντικες τους έκανε! Έφαγε το ξύλο της χρονιάς της βέβαια, αλλά τους ρεζίλεψε! Όλο το χωριό γελούσε για πολύ καιρό με το πάθημά τους!  

Μια μέρα το 1982 ήταν,  κοπέλα εγώ πια, δεκαεφτά χρονών καθόμουν κάτω από την ελιά και κένταγα. Ξαφνικά φύσηξε ένα αεράκι και τα άνθη της ελιάς πέσανε πάνω στα μαλλιά μου, έκανα να τα τινάξω κι ακούω την φωνή του να μου λέει γελώντας: “μη τα πειράζεις, είναι τόσο ωραία! Είσαι σαν νυφούλα!” Ήταν η φωνή του Τarek Mehdi, του άντρα που ερωτεύτηκα κι αγάπησα τόσο πολύ! Ανταμώναμε κρυφά στον ελαιώνα, ανταλλάσαμε λόγια  και όρκους αγάπης! Να με περιμένεις μου είπε μια μέρα, θα πάω για μια δουλειά κι όταν γυρίσω, θα ρθω στη μάνα σου και στους θειούς σου και θα σε ζητήσω! Θα παντρευτούμε!

Δεν γύρισε ποτέ, ήταν μέλος της PLO, σκοτώθηκε στην πολιορκία της  Βηρυτού! Ούτε πάνω από  το άψυχο σώμα του δε αξιώθηκα να θρηνήσω!
 
Για περισσότερο από δύο χρόνια τον θρηνούσα σιωπηλά, καθόμουν με τις ώρες στα ριζά της ελιάς και της μιλούσα και της εξιστορούσα όσα δεν μπορούσα να πω στους ανθρώπους! Κι αυτή με άκουγε, καταλάβαινε, γιατί ήταν ο μόνος μάρτυρας των κρυφών μας συναντήσεων!
 
Τότε άρχισα να πλησιάζω πιο πολύ τη μάνα μου, να καταλαβαίνω τι σημαίνει για μια γυναίκα μια τέτοια απώλεια. Να νιώθω τη μοναξιά της, να ερμηνεύω αυτή τη μελαγχολία που είχε το χαμόγελό της! Να νιώθω πιο ζεστό και παρηγορητικό το χάδι της! Η γλυκιά μου η μάνα! Τότε, αν και αρκετά μεγάλη, στην Παλαιστίνη ξέρετε τα παιδιά μεγαλώνουν πριν την ώρα τους, άρχισα να νιώθω και την έλλειψη του πατέρα που δεν γνώρισα! Ρωτούσα τη μάνα, για το χαρακτήρα του, για τη συμμετοχή του στον αγώνα  μας, για, για… ήθελα να μάθω τα πάντα. Ταύτισα τις δύο απώλειες, ταύτισα και την μοίρα μάνας και κόρης!
 
Η μάνα επέμενε να παντρευτώ, να φτιάξω τη ζωή μου! Δεν ήθελα να ακούσω κουβέντα για κάτι τέτοιο. Μια μέρα όμως με ρώτησε πως θα ζήσω τη ζωή μου στο μέλλον  μόνη, αδέρφια δεν είχα βλέπετε και το κυριότερο πως θα αντέξω την απάρνηση της μητρότητας! Αιφνιδιάστηκα, λόγω του πόνου, που είχε κολλήσει επάνω μου όπως ο ιδρώτας της μεσημεριανής ζέστης, δεν το είχα σκεφτεί αυτό καθόλου. Ναι, ήθελα να γίνω μάνα, ήθελα να αποκτήσω πολλά παιδιά και κυρίως ήθελα ένα γιο για να του δώσω το όνομα του αγαπημένου μου!
 
Παντρεύτηκα με συνοικέσιο τρία χρόνια μετά τον χαμό του Τarek. Ο άντρας μου, ήτανε ένας καλός, ήσυχος, μα άβουλος άνθρωπος. Ποτέ δε μου φώναξε, το  μόνο που μου έλεγε ήταν να μην μπλέκω στον αγώνα, φοβόταν πολύ τους Ισραηλινούς! Αυτό όμως πάντα με εξόργιζε! Πώς το λες αυτό του έλεγα, εμείς σαν οικογένεια έχουμε δώσει τόσους μάρτυρες! Γι αυτό φτάνει μου έλεγε, έχουμε δώσει το μερτικό μας στον αγώνα. Τότε γινόμουνα έξαλλη μαζί του. Ο αγώνας δεν είναι δάνειο να τον εξαργυρώνεις με δόσεις! Δεν είμαστε ήρωες, ούτε και μας αρέσει να σκοτωνόμαστε, όμως δεν μπορούμε να ζούμε κάτω από τέτοιες συνθήκες, δεν αντέχεται ο εξευτελισμός και η τρομοκρατία. Θέλουμε να ανασάνουμε, να ζήσουμε λεύτεροι στον τόπο μας, αυτό και τίποτε άλλο!

Απέκτησα πέντε παιδιά, το πρώτο, ήταν αγόρι, το είπαμε  Τarek! Τα άλλα τέσσερα κορίτσια, τη Layla, τη Fatima , τη Rawiya και τη Lamya. Έβλεπα τα παιδιά μου να μεγαλώνουν και ήμουνα ευτυχισμένη. Παίζανε κάτω από την ελιά και τα γέλια τους αντηχούσαν σε όλο το σπίτι! Ξεχνούσα τον πόνο μου και η μόνιμη έγνοια μου ήταν να ’ναι γερά και να είμαι γι’ αυτά καλή μάνα. Μόνο τη νύχτα σαν άπλωνε ο άντρας μου το χέρι του να μ’ αγγίξει ένιωθα ένα πόνο στην καρδιά! Τα παιδιά μου μεγάλωναν κι εγώ καμάρωνα, έτρεμα από φόβο όταν ο γιος μου πήγαινε στις διαδηλώσεις, πόσα και πόσα παιδιά δεν είχαν σκοτωθεί από ισραηλινή σφαίρα!
 
Ήταν μεσημέρι Παρασκευής, 15 Απρίλη το 2009, όταν ήρθαν τα μαύρα μαντάτα,  τον  χτύπησαν με δακρυγόνο στο κεφάλι, έπεσε ακαριαία νεκρός! Μόνο μια κραυγή βγήκε από το στέρνο μου, ήταν όμως τόσο δυνατή που πρέπει να ακούστηκε σε όλη τη Μεσόγειο. Δίκοπο τσεκούρι με έσκισε στα δυο, με διχοτόμησε. Έκτοτε δεν είχα πια φωνή, ζούσα ψιθυρίζοντας!
 
Τον κάλυκα του δακρυγόνου που σκότωσε τον γιο μου τον κράτησα. Πήγα κάτω από την ελιά, τον γέμισα με χώμα και φύτεψα μέσα του ένα γεράνι. Το απόθεσα κάτω από το δέντρο. Αργότερα μάζεψα και άλλους αιματοβαμμένους κάλυκες,  φύτεψα και σ’ αυτούς λουλούδια, τους απόθεσα κάτω από το δέντρο, για να ’χει το παιδί μου παρέα. Μιλούσα με τα λουλούδια, ήταν σαν να μιλούσα με το παιδί μου! Οι συγχωριανοί μου απόκτησαν κι αυτοί το δικό μου χούι και γέμισε το Μπιλίν κήπους φυτεμένους μέσα σε κάλυκες φονικών εργαλείων! Γίναμε γνωστοί έτσι σε όλο τον κόσμο, κάναμε τον πόνο μας και τη σκλαβιά μας κήπο με λουλούδια! Είναι αυτός ο δικός μας τρόπος αντίστασης. Ζωή ενάντια στον θάνατο, χρώμα ενάντια στο μαύρο!  Τώρα  το δέντρο μου το περιβάλλει ένας ξεχωριστός ανθόκηπος, γεμάτος ψυχές σκοτωμένων αηδονιών, δεν κάνω τίποτα άλλο μέρα νύχτα από το να φροντίζω τα ανθισμένα δακρυγόνα του πόνου μου.
 
Είναι Αύγουστος του 2011 όταν νωρίς το πρωί ακούω τον ήχο από τις μπουλντόζες. Εδώ και κάμποσο καιρό έχουν αρχίσει να γκρεμίζουν τα σπίτια μας με στόχο να μας αναγκάσουν να φύγουμε,  για να τα πάρουν αυτοί και να τα δώσουν στους έποικους. Με αυτό τον τρόπο ροκανίζουν ότι μας έχει απομείνει! Πετάγομαι αλαφιασμένη, με το νυχτικό και χωρίς μαντήλα στο κεφάλι βγαίνω  πρώτη στην αυλή. Έχουν μπει με τις μπουλντόζες στον ελαιώνα και ξεριζώνουν ελιές εκατό χρόνων. Φωνή δεν έχω για να φωνάξω, ουρλιάζω όμως μέσα μου με τέτοια δύναμη, που νιώθω πως θα γίνω κομματάκια. Μαζεύεται κόσμος, τους βρίζει, τους καταριέται, αυτοί τίποτα προσηλωμένοι συνεχίζουν. Οι νέοι αρχίζουν τον πετροπόλεμο, αυτοί αντιδρούν, πέφτουν βροχή τα δακρυγόνα, ο κόσμος οπισθοχωρεί.

Τρέχω με όση δύναμη μου μένει και αγκαλιάζω το δέντρο. Φονιάδες, μας τα έχετε πάρει όλα, αυτό το δέντρο δεν θα το ξεριζώσετε. Είναι η μνήμη μου, η ζωή μου, ο πατέρας μου, ο αγαπημένος μου και πάνω από όλα το παιδί μου! Δεν θα το ξεριζώσετε. Ο κόσμος όλος να ’ρθει τούμπα, όσο ανασαίνω, δεν θα το ρίξετε! Πώς το λένε αυτό με λόγια; Δεν έχω φωνή, το λέω με τα μάτια, με τις χειρονομίες, με την αποφασιστικότητα του κουρασμένου μου κορμιού. Φονιάδες, το δέντρο αυτό δεν θα το ρίξετε!

Τρεις μέρες και τρεις νύχτες έμεινα κάτω από το δέντρο μου. Τα ξερίζωσαν όλα, αυτό το άφησαν. Τσακιστήκαν και φύγαν, ήταν η μικρή-μεγάλη νίκη μου μέσα στην καταστροφή.
 
Έμεινα να σκέφτομαι, πως είναι δυνατόν αμούστακα παιδιά να τα μεταμορφώνουν σε μη ανθρώπους; Τι είναι αυτό που τα τυφλώνει και τα βάζουν με ανήμπορους ηλικιωμένους, δεν έχουν αυτά τα παιδιά οικογένεια, μάνα να τα συμβουλέψει;
 
Πέντε εβδομάδες μετά το περιστατικό και μια  μέρα μετά την γέννηση του πρώτου μου εγγονού, που πήρε το όνομα του Τarek, δεν άντεξε άλλο η καρδιά μου και  έφυγα από αυτόν τον άδικο κόσμο!
 
Τώρα έχω γίνει η φωνή της κοιμισμένης σας συνείδησης και έρχομαι να σας την ξυπνήσω! Θα καμώνεστε πως δεν υπάρχουμε, πως δεν έχετε ακούσει για μας;  Ή πως  είμαστε μακριά σας και δεν κινδυνεύετε ή μήπως πως έχετε τα δικά σας προβλήματα να λύσετε και δεν υπάρχουν περιθώρια;
 
Θα είμαι πάντα ανάμεσά σας για να σας θυμίζω πως ... κάπου εκεί είναι ’να δέντρο.
                                   
Τζένη Σιούτη          



Πέμπτη 10 Ιουλίου 2014

 
 
μικρή μου Γάζα,
… η οργή σου, οργή μου
 κι ο πόνος σου, πόνος μου!
(ο τίτλος δανεισμένος από παλιότερο λεύκωμα αφιερωμένο στη Γάζα, που είχαμε εκδόσει το 2010  με τους μαθητές μου, με αφορμή μια πρωτοβουλία αλληλεγγύης)
 
 
 

(το πανό είχε δοθεί στο στολίσκο της ελευθερίας που προσπάθησε να σπάσει τον αποκλεισμό το 2011 και δέχτηκε επίθεση και πειρατεία από τους Ισραηλινούς )
Αυτές τις στιγμές που η ισραηλινή στρατιωτική υπερμηχανή σφυροκοπάει και πάλι τη Γάζα σπέρνοντας το θάνατο  κυρίως σε αμάχους και παιδιά, που απειλεί  ότι θα την εξαφανίσει από προσώπου γης, που αρπάζει τα παλαιστινιακά εδάφη στη κατεχόμενη Δυτική Όχθη, μέσω των παράνομων εποικισμών, που συνεχίζει εδώ και χρόνια τον παράνομο αποκλεισμό της Γάζας  από στεριά, θάλασσα και αέρα, είναι νομίζω απαραίτητο να διατρανώσουμε την αλληλεγγύη μας στον δοκιμαζόμενο Παλαιστινιακό λαό, ξεπερνώντας εσωστρέφειες και  εμμονές. Άλλωστε το μοναδικό όπλο που μας απέμεινε είναι η αλληλεγγύη και η συλλογικότητα. Αυτές λοιπόν τις δύσκολες, για τους παλαιστίνιους φίλους, ώρες, ας παραφράσουμε  τα λόγια του Ναζίμ Χικμέτ:  “αν η μισή μου καρδιά βρίσκεται γιατρέ εδώ πέρα, η άλλη μισή στην … Γάζα βρίσκεται”.
Παραθέτω  παρακάτω το συγκλονιστικό παραμύθι του μικρού μου μαθητή Ηλία Σ. το οποίο έγραψε στο πλαίσιο του μαθήματος της βιωματικής δράσης, η οποία είχε ως αντικείμενο το δικαίωμα στην ταυτότητα και τη διαφορετικότητα και ειδικότερα στην παιδική προσφυγιά. Το συγκεκριμένο κείμενο, που με έκανε να νιώσω μεγάλη περηφάνια για το μαθητή μου, έφερε ρίγη συγκίνησης  στους συμμαθητές του και σε φίλους Παλαιστίνιους, οι οποίοι του δώρισαν μια παλαιστινιακή μαντήλα.
Αφιερωμένο λοιπόν σε όλα τα παιδιά της Παλαιστίνης και όχι μόνο!
                                                                                                                            Τζένη Σιούτη
 
Άνθρωπος … μύγα
Γεννήθηκα στις 26 Ιουνίου του 2001 στην Παλαιστίνη, στη Γάζα, όπου και μεγάλωσα. Τα παιδικά μου χρόνια πέρασαν σχετικά καλά, με γέλιο και παιχνίδι, αν εξαιρέσει κανείς την στέρηση, τη φτώχεια και κυρίως το φόβο των Ισραηλινών. Ζούσα με την οικογένειά μου, τον πατέρα μου Ahmad και την μητέρα μου Alameya.
27 Δεκεμβρίου 2008
Μια συνηθισμένη μέρα όπου τα παιδιά πάνε σχολείο, ενώ οι γονείς στη δουλειά. Εκείνη την μέρα όμως ήτανε γραφτό να γίνει…
Ώρα 11.30 το πρωί παρακολουθούσαμε το μάθημα, όταν ξαφνικά ένας δυνατός ήχος τρυπάει τα αφτιά μας. Στην αρχή νομίσαμε πως ήταν κεραυνός. Τρέξαμε στα παράθυρα, να δούμε τι ακριβώς συμβαίνει, τότε μια βόμβα πέφτει  δίπλα από το σχολείο μας. Πανικός, αρχίζουμε να ουρλιάζουμε από το φόβο μας, όχι όλοι, κάποιοι παγώνουν, κλαίνε βουβά και μένουν κουλουριασμένοι σε κάποια γωνιά. Η δασκάλα μας η κυρία Leyla μας οδηγεί με αυτοθυσία στο προαύλιο, εκατοντάδες παιδιά κλαίνε και επικρατεί πανδαιμόνιο. Μας λένε να φύγουμε για τα σπίτια μας, όσο πιο προσεκτικά μπορούμε.
Έτρεχα, έτρεχα όσο πιο γρήγορα μπορούσα, χωρίς να σκέφτομαι, μόνο έτρεχα. Για μια στιγμούλα μόνο σταμάτησα για να δω, πιθανά για τελευταία φορά το αγαπημένο  μου σχολείο. Είχε ήδη μισοκαταστραφεί. Τότε κατάλαβα πως αν δεν έτρεχα θα είχα κι εγώ την ίδια κατάληξη. Γύρω μου επικρατούσε το απόλυτο χάος. Άνθρωποι να τρέχουν εδώ κι εκεί ουρλιάζοντας και παρακαλώντας το θεό να τους βοηθήσει, παιδιά να κλαίνε στη μέση του δρόμου, χωρίς να αντιδρούν, χωρίς να προσπαθούν να σώσουν τη ζωή τους, να κλαίνε και να περιμένουν τη μητέρα τους να  ’ρθει και να τα σώσει.
 
Έφτασα στο σπίτι μου, αντίκρισα ένα χώρο ισοπεδωμένο, γεμάτο γκρεμισμένα ντουβάρια και μπάζα και σκόρπια έπιπλα. Τα έχασα, άρχισα να τρέμω από το φόβο μου… Ξαφνικά ακούω μια αγαπημένη φωνή, “Asmar”, ”Asmar”.
Γυρίζω το κεφάλι και αντικρίζω τη μάνα μου, τα μάτια της κατακόκκινα, κλαμένα… αγκαλιαζόμαστε. Μόνο ο πατέρας ήταν ακόμα μακριά μου! Σαν τρελοί ψάχναμε μέσα στο χάος των ισραηλινών βομβαρδισμών να τον βρούμε. Προσπαθούσαμε να βρούμε έναν συγκεκριμένο άνθρωπο, με συγκεκριμένη ενδυμασία, συγκεκριμένη προσωπικότητα, τον δικό μας άνθρωπο, τον πατέρα μου. Η τύχη ήταν με το μέρος μας, μέσα στο χάος τον βρήκαμε και μας βρήκε! Ευτυχία μέσα στην απόλυτη δυστυχία! Κάτι είναι κι αυτό, όσο να πεις…
 
Μαζί με άλλες οικογένειες αρχίσαμε να τρέχουμε προς το νοσοκομείο. Κρυφτήκαμε εκεί στα υπόγεια για μερικές μέρες, όσο να σταματήσουν οι βομβαρδισμοί. Αυτές οι μέρες μου φάνηκαν αιώνες. Όταν ξανάδα το φως της μέρας παραξενεύτηκα, το βρήκα θαυμάσιο, πώς δεν το είχα παρατηρήσει αυτό πιο πριν;
Σπίτι πια δεν είχαμε, έτσι αναγκαστήκαμε να μείνουμε στον καταυλισμό Αλ Σάατε, σε σκηνή. Τι να πω για τον καταυλισμό, χωρίς νερό, χωρίς ηλεκτρικό, σκουπίδια παντού, λάσπες και απόνερα. Εκεί όμως έπρεπε να επιβιώσουμε και ήμασταν  πολλοί, πάρα πολλοί!
Πολλές όμως ήταν και οι μύγες! Για την ακρίβεια χιλιάδες ! Αυτές ήταν και το πρόβλημά μου! Όλη τη μέρα να τριγυρνάνε γύρω από το κεφάλι σου, να ακούς αυτό τον εκνευριστικό θόρυβο από το πέταγμά τους, που δεν ξέρω, αλλά εμένα με αναστατώνει, μου φέρνει στο νου το βουητό της οβίδας πριν σκάσει στο έδαφος και στο τέλος… να στρογγυλοκάθονται και πάνω σου. Μύγες! Το μόνο ον  που μπορούσε να επιβιώσει σε ένα τέτοιο χώρο και να το χαίρεται!
29 Ιουλίου 2009
 
Δε γνωρίζω ούτε τί μέρα, ούτε τί ώρα είναι! Το μόνο για το οποίο είμαι σίγουρος είναι ότι σε λίγες μέρες θα φύγουμε από τον καταυλισμό, θα βγούμε από τη Γάζα, αν  οι Ισραηλινοί δεν το μετανιώσουν και μας πάρουν πίσω την άδεια που βγάλαμε για την Ιορδανία, για λόγους υγείας. Εμείς βέβαια το έχουμε σχεδιάσει από την Ιορδανία να την κοπανήσουμε για τη Συρία και αυτό έχει μεγάλο ρίσκο, αλλά δεν γίνεται διαφορετικά. Η μητέρα μου κοντεύει να τρελαθεί, περνάει νύχτες ατέλειωτες χωρίς να κλείσει μάτι και άλλες πάλι πέφτει σε λήθαργο και δεν ξυπνάει με τίποτα, φοβόμαστε μη και πεθάνει. Ο πατέρας πάλι απελπίζεται, ανησυχεί, απογοητεύεται! Εγώ βλέπω εφιάλτες, βλέπω ισραηλινούς με όπλα να μεταμορφώνονται σε μύγες τέρατα και ξυπνώ πνιγμένος στον ιδρώτα! Δεν ξέρω τι θα απογίνουμε!
23 Σεπτεμβρίου 2009
 
Επιτέλους τα καταφέραμε! Ίσως και να είμαστε οι μοναδικοί άνθρωποι που κατάφεραν να βγουν από τη Γάζα! Περάσαμε Ιορδανία και από εκεί περπατώντας για δύο περίπου μήνες φτάσαμε στη Συρία! Ο τόπος διαμονής μας ίδιος και απαράλλαχτος, ένας καταυλισμός για τους Παλαιστινίους! Είμαστε όμως μακριά από τους Ισραηλινούς, ελεύθεροι, ελεύθεροι αλλά και ξενιτεμένοι! Πρόσφυγες!
Οι γονείς μου έχουν βρει δουλειά, σε ένα τοπικό εργοστάσιο ηλεκροπαραγωγής. Εγώ είμαι τώρα ο νοικοκύρης του  “σπιτιού”, καθώς κάνω όλες τις οικιακές δουλειές. Όσο για το περιβάλλον, κάπως καλύτερο από τον καταυλισμό Αλ Σάατε, στη Γάζα, αλλά τι να το κάνεις; Πάρα πολλές μύγες και εδώ! Απελπίζομαι! Από ότι φαίνεται η ζωή μου θα συνεχιστεί και θα τερματιστεί μέσα σε καταυλισμούς και μύγες!
 
3 Νοεμβρίου 2010
 
Σήμερα είναι η καλύτερη μέρα της ζωής μου! Επιτέλους μετά από σχεδόν δύο χρόνια στους καταυλισμούς, έχουμε το δικό μας σπίτι. Δεν είναι τίποτα σπουδαίο, μια καμαρούλα με ένα μικρό κουζινάκι και τουαλέτα δική μας, αυτό όλο κι όλο, μα σε σχέση με τους καταυλισμούς σε μένα φαντάζει παλάτι! Οι γονείς μου βρήκαν και καλύτερη δουλειά σε ένα μικρό κατάστημα τροφίμων και ποιος μας πιάνει τώρα! Άλλαξε η ζωή μας! Επιτέλους νιώθουμε άνθρωποι! Άνθρωποι!
24 Δεκεμβρίου 2011
 
Φαίνεται το ’χει η μοίρα μας! Η μοίρα των Παλαιστινίων!
Ήταν απόγευμα, οι γονείς μου είχαν τελειώσει τη δουλειά κι εγώ το σχολείο, όταν ξαφνικά ακούμε τις καταραμένες τις σειρήνες να ηχούν! Παγώσαμε! Θυμηθήκαμε τους βομβαρδισμούς στη Γάζα! Ο πατέρας βγήκε για λίγο έξω να δει τι συμβαίνει! Εμείς μείναμε με το κεφάλι σκυμμένο, σαν τα μαραμένα λουλούδια! Σε λίγο γύρισε ο πατέρας, ήταν αναστατωμένος! “Δεν έχουμε πολύ χρόνο” μας λέει, “πάρτε τα πιο σημαντικά πράγματα και ελάτε στην πίσω αυλή του σπιτιού”. Κατάλαβα αμέσως τι γινότανε, ήμουνα πια έμπειρος! Δεν ρώτησα τίποτα, δεν έφερα αντίρρηση. Βγήκαμε έξω με ένα σακίδιο ο καθένας στις πλάτες του και αρχίσαμε να τρέχουμε. Τρέχαμε ασταμάτητα, μόνο αυτό κάναμε. Πίσω μας ακούγαμε τις σφαίρες να σφυρίζουν και τις φωνές των ανθρώπων! Κρυφτήκαμε για ένα διάστημα σε κάτι καλύβες στο βουνό. Μετά μας φόρτωσαν σε ένα φορτηγό, μετά σε άλλο, περπατήσαμε και με τα πόδια για μέρες και μετά πάλι σε ένα φορτηγό, ξοδέψαμε στους λαθρέμπορους ότι με κόπο είχαμε μαζέψει, ώσπου φτάσαμε στη θάλασσα! Μπήκαμε σε κάτι σαπιοκάϊκα που θα μας πέρναγαν στην Ευρώπη, μακριά από τη Συρία και τον πόλεμο, ακόμα πιο μακριά όμως από τον τόπο μας, την Παλαιστίνη! 
11 Φεβρουαρίου 2012
 
Αυτή τη στιγμή βρίσκομαι σε ένα πάρκο και περιπλανιέμαι για μέρες! Σπίτι μου τα παγκάκια και σκεπή μου τα δέντρα του πάρκου. Ζητήσαμε βοήθεια, αλλά κανείς δεν ήταν πρόθυμος για κάτι τέτοιο. Κάποιοι επιχείρησαν να μας χτυπήσουν γιατί είμαστε λέει λαθρομετανάστες και να γυρίσουμε πίσω στον τόπο μας, γιατί εδώ είναι Ελλάδα και δεν χωράει άλλους ξένους κι ότι αυτοί που είναι περήφανοι Έλληνες θα μας πετάξουν έξω από τη χώρα για να ξεβρομίσει ο τόπος!  Κι εγώ δεν καταλάβαινα! Η μάνα μου με τιμωρούσε αν δεν πλενόμουνα πριν το βραδινό φαγητό και το σπίτι μας έλαμπε πάντα από καθαριότητα! Γιατί μας λένε λοιπόν βρομιάρηδες; Μια γυναίκα καλοντυμένη με έφτυσε και με είπε βρομοάραβα. Ας μου έδινε λίγο νερό και σαπούνι να πλυθώ και θα έβλεπε πόσο αγαπώ την καθαριότητα! Γιατί η βρομιά μου είναι εξωτερική και φεύγει με το νεράκι του θεού, όμως η βρομιά της ψυχής της πείτε μου, με τι νερό μπορεί να ξεπλυθεί;
Όσο για το ταξίδι… τι να σας πω! Ήμασταν στοιβαγμένοι σαν τις σαρδέλες, κόσμος πολύς, οι περισσότεροι Παλαιστίνιοι πρόσφυγες στη Συρία, υπήρχαν και κάποιοι Σύριοι και λίγοι Αφγανοί. Μεσοπέλαγα οι λαθρέμποροι μας παράτησαν ακυβέρνητους και την έκαναν με ένα ταχύπλοο. Το καΐκι μας πήγαινε στο πουθενά ακυβέρνητο, νερό και τροφή δεν είχαμε, τι να σας λέω! Ώσπου μας εντόπισε το ελληνικό λιμενικό, έδεσαν με σκοινί το σαπιοκάϊκό μας και ανάπτυξαν ταχύτητα, κάποιοι έπεσαν στο νερό και πνίγηκαν αβοήθητοι. Ανάμεσά τους και αρκετά παιδιά και η φίλη μου η Amira με τις χοντρές πλεξούδες και τα γυριστά κατάμαυρα ματοτσίνορα! Εμείς για μια ακόμα φορά επιζήσαμε!
9 Απριλίου 2014
 
Αυτή ίσως να είναι η τελευταία φορά που γράφω αυτό το ημερολόγιο. Μετά από μήνες περιπλάνησης στο πάρκο και με τη βοήθεια κάποιων Ελλήνων φίλων των μεταναστών και περισσότερο των Παλαιστινίων, καταφέραμε να βρούμε στέγη και τροφή σε ένα κέντρο εξυπηρέτησης προσφύγων. Ζούμε όμως σε ένα σπίτι εμείς μαζί με άλλους είκοσι ανθρώπους. Η κατάσταση είναι άσχημη, είναι κάτι σαν καταυλισμός. Βρόμα, σκουπίδια, απόνερα και… μύγες! 
Μύγες, μύγες, μύγες! Και στην Παλαιστίνη και στην Συρία και εδώ στην Ελλάδα, μύγες, παντού μύγες! Έως τώρα έχω τη ζωή της μύγας.
Θα έχω άραγε την ευκαιρία να ζήσω κάποτε κι εγώ σαν άνθρωπος;
Ηλίας Σ. /  A΄Γυμνασίου
              2ο Γυμνάσιο Ηλιούπολης    
 
   
 
 
 
 
 


Παρασκευή 4 Ιουλίου 2014

      
 φωτογραφίες από την μουσικοθεατρική μας παράσταση
 με τίτλο:

 

"η γνώση είναι ουρανός, της πρέπει ελευθερία"
 
*το video της παράστασης βρίσκεται στο μοντάζ!
επιφυλασσόμαστε!

 
 

 " Ήρθαμε να σας τα πούμε"
 
 
"o κοστουμαρισμένος"
 
 
 
"κάτω τα χέρια απ’ το σχολειό"

 
 
"κραυγή αγωνίας"
 
 
 
Κώστα Βάρναλη “η αληθινή απολογία του Σωκράτη”

 
 
"κύριε Αρμάο μου, το πρόγραμμα, δεν αλλάζει;"

 
 
Μενέλαου Λουντέμη – “Ενα παιδί μετράει τ’ άστρα”

 
 
η ορχήστρα μας
 
 
 
ραπάροντας
 
 
 
Break Dance 1.
 
 
Break Dance 2.


"βαθειά μες το μυαλό μου πριγκιπέσσα μου"
 
 
Ονειρεύομαι ένα άλλο σχολείο

 
 
"η γνώση είναι ουρανός, της πρέπει ελευθερία"

 
 
Μάριου Ποντίκα “Εσωτερικαί ειδήσεις”
σωβινιστής δάσκαλος 
 


Ok! docky my friends
 


όλος ο θίασος επί σκηνής